Η γαλλική λέξη μποέμ [boheme] είναι καταγωγική: σημαίνει αυτός που προέρχεται από τη Βοημία. Με τον καιρό όμως ταυτίστηκε με τους τσιγγάνους της Βοημίας, καταλήγοντας έτσι συνώνυμο αυτού που κάνει μια ανέμελη ζωή.
.
Η ομώνυμη όπερα του Πουτσίνι αναφέρεται σε μια παρέα τέτοιων νέων ανθρώπων. Το έργο ξεκινά διαδραματιζόμενο σε μια σοφίτα με έναν έρωτα και τελειώνει στην ίδια αυτή φτωχική σοφίτα με ένα θάνατο. Στο μεσοδιάστημα η δράση θα βγει έξω στους δρόμους, όμως οι τέσσερις τοίχοι θα συνεχίσουν να αποτελούν το μόνο σταθερό σκηνικό πλαίσιο του έργου. Ο θάνατος που σφραγίζει το έργο θα υπογραμμίζει (ανάλογα με τις «αναγνώσεις» που του έχουν γίνει) είτε το αδιέξοδο της σοβαροφανούς, βλοσυρής, στερημένης ζωής που είναι στον αντιποδα της μποεμικης στάσης είτε θα τονίζει πώς ακόμα και στην πιο ανέφελη πρόθεση ενυπάρχει η ματαίωση της.