Στο θεατρικό έργο «Το Κτήνος το Φεγγάρι» δυο Αρμένιοι, παντρεμένοι δια αντιπροσώπου στην Κωνσταντινούπολη, θα συναντηθούν για πρώτη φορά στην Αμερική της δεκαετίας του ’20 να ξεκινήσουν τη ζωή τους. Δυο ξένοι σε μια ξένη χώρα, δυο νέοι άνθρωποι που πρέπει να ανακαλύψουν πρώτα ο ένας τον άλλον και μετά να σταθούν μαζί σε ό,τι πρωτόγνωρο ανοίγεται μπροστά τους. Η διπλή αυτή πορεία δεν είναι ευκολη. Ο Αράμ κι η Σέτα Τομασιάν φέρουν βαριά τα τραύματα της αρμενικής γενοκτονίας του 1915. Εκείνοι γλίτωσαν, όχι όμως κι οι οικογένειές τους. Ο καθένας τους θα κρατήσει διαφορετική στάση απέναντι στην προσωπική του τραγωδία, και αυτό μοιραία θα επηρεάζει το γάμο τους.
Η Σέτα αντιμετωπίζει με κέφι και περίσσια αντοχή τη ζωή. Με μια δίψα για το καινούριο και με μια δύναμη παιδικής ορμής θα έλθει σε επαφή με την μεσοπολεμική Αμερική και θα της ανοιχτεί. Οι πληγές της είναι κρυμμένες, αυτό όμως δεν σημαίνει πως δεν υπάρχουν. Θα προσπαθήσει να αντλήσει δύναμη από τον σύζυγο της, αλλά και από οτιδήποτε τής προσφέρει η ζωή όπως εκτυλίσσεται. Ο Αράμ, από την άλλη, νιώθει βαριά την υποχρέωση της συνέχειας της οικογένειάς του, αλλά και της παράδοσης. Για την προσωπική του ισορροπία είναι αναγκαία η διατηρηση της μνημης, η διαιώνιση. Κατ’ εικόνα και καθ‘ ομοίωσιν….
Το ζευγάρι όμως θα ανακαλύψει πως δεν μπορεί να κάνει παιδιά εξαιτίας του υποσιτισμού της Σέτα στα χρόνια του αρμενικού διωγμού. Η στάση του καθενός απέναντι στο πρόβλημα θα είναι διαφορετική και μέσα από αυτήν αναφαίνεται η πορεία δύο ανθρώπων να αναμετρηθούν με τις ατομικές τους τραγωδίες, να προσεγγίσουν ο ένας τον άλλον μέσα από αυτές, εν τέλει να γνωριστούν και να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα στο τέλος αυτής της πορείας. Τα χρόνια περνούν, οι δουλειές του Αράμ Τομασιάν θα αρχίσουν να πηγαίνουν καλύτερα, η Σετα θα αρχίσει να ταϊζει κρυφά απο τον αντρα της τα ορφανά της γειτονιας σε μια προσπαθεια υποκατάστασης. Ο αντρας της θα αντιδράσει όταν το ανακαλύψει, σταδιακά όμως η Σετα θα του επιβληθει. Ενα από αυτά τα ορφανα θα μπει βαθιά στη ζωή τους. Είναι ο μόνος τρόπος για να αρχίσουν να αποτραβιούνται οι σκιές…
Ο Στάθης Λιβαθινός επαναφέρει μετά δέκα ολόκληρα χρόνια την ίδια παράσταση με τους ίδιους ηθοποιούς στους πρωταγωνιστικους ρόλους. Απέφυγε τον εύκολο δρόμο του εύπεπτου συναισθηματισμού κι επέλεξε να τιθασεύσει την αγριότητα της μνημης που αναβιώνει. Η Ταμίλα Κουλίεβα εφερε σε πέρας το δυσκολο ρόλο της δεκαεπτάχρονης στην αρχή του εργου Σέτα που μεγαλώνει σταδιακά μέσα στα χρόνια, δίνοντας με μέτρο και ανεπαίσθητη διαρκή κλιμάκωση αυτή την αλλαγή. Η Σέτα της Κουλίεβα ειναι μια γυναίκα που αγαπά τη ζωή και γι αυτό παρασύρει και τους γύρω της στην ίδια στάση. Ο Δημήτρης Τάρλοου εμφανισε έναν Αράμ σκληρό αλλά όχι άτεγκτο, παγιδευμένο σε εφιάλτες που μόνο ο γλυκός ρεαλισμός της γυναίκας του θα τον βοηθήσουν να ξεπεράσει.
.
.
Το «Κτήνος στο Φεγγάρι» του Ρίτσαρντ Καλινόσκι [Richard Kalinoski] βρίσκεται στον αντίποδα ενός αλλου αμερικανικού έργου με το οποίο μοιράζεται πολλά κοινά στοιχεία: το «Ποιος φοβαται τη Βιρτζίνια Γουλφ» του Εντουαρντ Αλμπι [Edward Albee]. Η ατεκνία των δυο ζευγαριών αποτελεί ενα προφανες κοινό δραματουργικό στοιχείο σε αυτά τα δυο εξίσου άγρια έργα, όπως κι η διαχείριση των ζωτικών για τους ήρωες μυστικών. Η ανάγκη για γονιμότητα, γονιμότητα σχέσεων, λειτουργεί φυσικά διαφορετικά στην καθε περίπτωση. Η βαθύτερη όμως σχέση τους είναι η (διαφοροποιημένη) παρουσίαση του Αμερικανικού Ονείρου απο τους δυο συγγραφείς. Αν ο Καλινόσκι χρειάζεται χρόνια ολόκληρα προκειμένου οι ηρωές του να αρχίσουν να χτίζουν το προσωπικο τους όνειρο, για τον Αλμπι αρκεί μόνο μια νύχτα προκειμένου να τους βάλει να το διαλύσουν. Στο «Κτηνος στο Φεγγάρι» ένα ζευγάρι μεταναστών, που δεν έχει τίποτε παρά μόνον ο ενας τον άλλον, θα μαζέψει δυνάμεις και κουράγιο για να παλέψει, θα αναμετρηθεί με τους εφιάλτες του, οι δουλειές θα αρχισουν να πηγαίνουν καλά, σε πείσμα των δυσκολιών θα φτιάξει οικογένεια και θα συνεχίσει. Είναι η μήτρα από όπου θα ξεπηδήσει η μεταπολεμική Αμερική, η χωρα των ευκαιριών και της Ελευθερίας, η χώρα των αυτοδημιούργητων. Αυτό το Αμερικάνικο Ονειρο έρχεται να αποσυνθέσει ο Εντουαρντ Άλμπι σε ένα έργο θεμελιώδες για την αμερικανική δραματουργια. Αν οι Αρμένιοι του Καλινόσκι βγαίνουν από τους εφιάλτες τους, οι Αμερικανοί του Αλμπι βυθίζονται σε αυτούς. Το καλοκουρδισμένο σύστημα της μεσοαστικής τάξης αρχίζει να διαλύεται εις τα εξ ων συνετέθη ώστε να φανεί από τι ήταν τελικά φτιαγμένο.
Ο Τζορτζ ειναι καθηγητης Ιστοριας σε ένα περιφερειακό πανεπιστημιο κι ειναι παντρεμένος πάνω από είκοσι χρόνια με την Μάρθα, την κόρη του πρύτανη. Ενα βράδυ θα καλέσουν στο σπίτι για ποτό ένα νέο ζευγάρι που μόλις γνωρισαν σε ενα από τα πάρτυ που διοργανώνει συχνά ο πατέρας της Μάρθας. Με μια διάθεση σχεδόν κανιβαλική το ζευγάρι θα αρχίσει τις φραστικές επιθέσεις ο ένας στον άλλον, ενώ η αγριότητα κλιμακώνεται καθώς η νυχτα προχωρά. Θα στραφούν κι εναντίον των καλεσμένων, οι οποίοι, θύτες και θύματα της νύχτας εκείνης, μοιάζουν με τη νεανική εικόνα της Μαρθας και του Τζορτζ εικοσι χρόνια πριν. Μέσα σε ένα βράδυ θα φανούν όλες οι συμβασεις, οι ψευδαισθήσεις, οι αδυναμίες, τα ψέματα που συνθέτουν τις σχέσεις τους. Στο τέλος θα καταρρεύσει και το ζωτικό μυστικό, το εύρημα της Μάρθας και του Τζορτζ που αποτελούσε το σημείο ισορροπίας του γάμου τους.
«Το Ποιος Φοβαται τη Βιρτζίνια Γουλφ» θυμίζει ελβετικο ρολόι που ξαφνικά αρχίζει να πετά από το μεταλλικό του σώμα ένα ένα τα γρανάζια και τα ελατήρια του. Γραμμένο το 1962 εμφανίζει ολόγλυφα έναν κόσμο που εκεινη την εποχή στην Αμερική ίσως κανείς δεν έβλεπε αλλά τελικά ήλθε. Ο Αντωνης Αντύπας σκηνοθέτησε ένα έργο με δυναμική που καθηλώνει σε μια τρίωρη σχεδόν παράσταση. Ο Δημήτρης Καταλειφός υπήρξε ενας εξαιρετικός Τζώρτζ. Εδωσε μέγεθος στον ρόλο χωρίς να αδιαφορήσει για τα ελάσσονα στοιχεία που τον δομούν. Στα «σβησίματά» του ανέπνεε η μελαγχολία και η διάψευση. Η Ράνια Οικονομίδου κρατησε την ένταση της μεθόδευσης αμείωτη κι έδωσε μια Μάρθα παγιδευμένη στο κέλυφος που η ίδια εφτιαξε. Ο Αλέξανδρος Μπουρδούμης ήταν ισοτονικός αλλά δεν μπόρεσε να δωσει βάθος στο ρόλο, κυρίως δεν εξέφρασε την φιλοδοξία και τον καιροσκοπικό χαρακτήρα του Νικ.
.
Οι δυο παραστάσεις ειναι από τις πολύ καλές αυτής της περιόδου. Μην τις χάσετε. (οι φωτογραφίες της ανάρτησης ειναι όλες από τα αντίστοιχα προγράμματα των παραστάσεων)………………………………..πληροφορίες για τις παραστάσεις……………………………….
«Το Κτήνος στο Φεγγάρι» του Ριτσαρντ Καλινόσκι
Σκηνοθεσία: Σταθης Λιβαθινός Μετάφραση: Δημήτρης Τάρλοου Κύριος: Γιώργος Μπινιάρης Αράμ Τομασιάν: Δημήτρης Τάρλοου Σέτα Τομασιάν: Ταμίλα Κουλίεβα Βίνσετ: Φιλιππος Μοσχάτος, Ρωμανός Μπολώτας Η παράσταση παίζεται στο Θέατρο Πορεία, Τρικόρφων 3-5, τηλ. 2108210991 Τεταρτη και Κυριακη: 19.00, Πέμπτη, Παρασκευη και Σάββατο: 21.15 [μέσα στο Φλεβαρη θα αλλάξουν οι ημέρες παραστάσεων, τηλεφωνείστε πρωτα] Εισιτήριο: 20 ευρω. * Το πρόγραμμα της παράστασης ειναι εξαιρετικό και διαθέτει και το κειμενο. Αν δεν θέλετε να το αγοράσετε από το θέατρο που κάνει 10 ευρω, μπορείτε να το αναζητήσετε στο βιβλιοπωλειο «Πολιτεία» [Ασκληπιού 1-3], που κανει 6 ευρω. ………………………………………………………………..«Ποιος Φοβαται τη Βιρτζίνια Γουλφ» του Εντουαρντ Αλμπι
Σκηνοθεσία: Αντωνης Αντύπας Μετάφραση: Τζένη Μαστοράκη Τζωρτζ: Δημήτρης Καταλειφός Μάρθα: Ράνια Οικονομίδου Νικ: Αλέξανδρος Μπουρδούμης Χανι: Σωτηρία Ρουβολή Η παράσταση παίζεται στο Θέατρο Απλό, Χαριλάου Τρικούπη 4, πίσω από το Πάντειο Πανεπιστήμιο, τηλ. 2109229605 Τεταρτη και Κυριακη : 18.00, Πέμπτη, Παρασκευή και Σάββατο: 21.00 Εισιτήριο: Κανονικό, 22 ευρώ. Λαϊκή απογευματινη [Τετ. και Κυρ.], 18 ευρώ
Αυτό το ποστ όπως και άλλα παρόμοια έπρεπε να έχουν δημοσιευθεί ( εκτός κι αν έχουν και δεν το γνωρίζω ) . Και αυτό το λέω με απόλυτη ειλικρίνεια και όχι με διάθεση υπερβολής ή » τυπικού βλογκικού δήθεν ενθουσιασμού – you know what I mean» . 😉
Μπράβο Συκοφάγε, αξιοζήλευτο ποστ . Δυστυχώς δε θα τα καταφέρω να τα δω, πολύ το φοβάμαι . Πλάκωσε δουλειά φέτος νωρίτερα απ’ό,τι υπολόγιζα και τρέχω και δεν φτάνω . Αν δω έστω το ρημάδι το Σλουθ ( μήνες το λέω αυτό ) θα με χειροκροτήσω στο τέλος . Εσύ να είσαι καλά και να βλέπεις πάντα αξιόλογες παραστάσεις και να μας ενημερώνεις τόσο ωραία .
Κρατάω δυο εξαιρετικές φράσεις σου : » Η ανάγκη για γονιμότητα, γονιμότητα σχέσεων … » ( πόσο σωστό ! ) + «Το Ποιος Φοβαται τη Βιρτζίνια Γουλφ» θυμίζει ελβετικο ρολόι που ξαφνικά αρχίζει να πετά από το μεταλλικό του σώμα ένα ένα τα γρανάζια και τα ελατήρια του. ( εκπληκτική παρομοίωση ! )
Φιλιά σταυρωτά και ευχαριστούμε 🙂
( ένα θα σου πω : όλη την ημέρα σήμερα δεν είχα ίντερνετ λόγω αναβάθμισης δικτύου – πριν λίγο μπόρεσα να μπω και προτίμησα να αφήσω «τα δικά» μου για σήμερα και να σχολιάσω μόνο εδώ, γιατί αύριο θα πνίγομαι από δουλειά και πάλι θα έμπαινα καθυστερημένη και δεν ήθελα να αφήσω ασχολίαστο τέτοιο ποστ – Καληνύχτα … )
Ωραίο το θέατρο και η κουλτούρα, αλλά βρε αθεόφοβε σήμερα βρήκες να μας πεις για το Αμερικάνικο Όνειρο – που κατέληξε σε εφιάλτη – 80η επέτειο ίδρυσης του ένδοξου Κ.Κ. Βιετνάμ από τον σοφό πατερούλη Χο Τσι Μινχ!
Αυρα μου νυχτερινη
πολύ νυχτερινή, θα έλεγα νυχτεριδινή … 🙂 Tι ώρες ειναι αυτές; Θα βρουκολακιάσεις!
[Και τότε θα μου δώσεις πάσα να γράψω για τους Βρικόλακες του Ίψεν! 😉 ]
Τα καλά σου λόγια τα χαίρομαι πολυ. Και ερυθριώ από αμηχανία, πίστεψέ το. Να είσαι καλά!
Τούτα τα κείμενα βγαίνουν μόνο και μόνο για να καταλάβω τι επιτέλους πήγα κι είδα. Στρώνοντας τις λέξεις στο [ηλεκτρονικό] χαρτί τακτοποιώ τις σκέψεις. Κι αν βοηθήσουν καποιον φίλο ή φίλη να αποκτήσει εικονα, τότε τόσο το καλύτερο: πιάνουν τόπο, κυριολεκτικώς και μεταφορικώς.
Η πολλή δουλεια σε τούτες τις δύσκολες μέρες ειναι καλό πράγμα. Εχει τίμημα το ξέρω, θα πρέπει να βρεις τρόπους [όπως όλοι μας αλλωστε] να σε αποζημιώσεις.
ο «Κτήνος στο Φεγγάρι» θα μειώσει τις παραστάσεις στις μισές τις ημέρες της βδομάδας έως το Πάσχα, διότι θα ανέβει κι άλλο έργο με το οποίο θα μοιραστεί τη σκηνή.
Το «Ποιος Φοβαται τη Βιρτζίνια Γουλφ» θα πάει μέχρι τέλους, ενδεχομένως να συνεχισει και του χρόνου. Το συνηθίζει ο Αντύπας να κρατά τις καλές παραστάσεις για δυο σαιζόν.
Φέτος η θεατρική χρονιά έχει περιπου 400 παραστάσεις !!! Πληθωρισμός κανονικός. Ευτυχώς μέσα στην ποσότητα ενυπάρχει και η ποιότητα. Ο χρόνος, λοιπόν, ειναι το ένα ζητούμενο. Το χρήμα ειναι το άλλο…
Ελπιζω να βρεις χρόνο για το Σλουθ. Κι όταν με το καλο πας, τότε θα σε παρακινησω για παρουσίαση του στο βλογοσπιτο σου! 😉
Καλό ξημέρωμα και μεγεια η αναβάθμιση δικτύου!! 🙂
Τσαλαπατημένε μου σύντροφε
Μου φαίνεται πως δεν εκτιμησες τη στρατευμενη μου προσπάθεια να ρίξω κι εγώ το λιθαράκι στο πετροβόλημα του κακούργου καπιταλισμού που υποδουλώνει τον άνθρωπο!
Ασε που προσπάθησα να ειμαι συνεπής και στο ύφος του βλογ και στον …αποσυναγωγο χαρακτήρα μου!
Μετά τον Μπρεχτ τι ηθελες να ανέβαζα; Το «Μαλλιαρό Πίθηκο» του Ο’Νηλ; [θα μπορούσα… Τωρα που το σκέφτομαι, ήταν από τις πιο «κοκκινα» έργα του… Ε, την επόμενη φορά, κομαντάντε!]
Μενσεβίκε ταβάριτς,
Οι καιροί είναι δύσκολοι και άγριοι, το κεφάλαιο έχει αποθρασυνθεί και δε χωράει καμιά συναίνεση και συγκατάβαση στην αντιλαϊκή και αντεργατική λαίλαπα.
Να προσθέσω όμως, διαβάζοντας πιο προσεχτικά και ήρεμα τις θεατροκριτικές, το υψηλό επίπεδο των παραστάσεων στο Απλό θέατρο, εκ των οποίων έχω παρακολοyθήσει αρκετές τα τελευταία χρόνια. Το θέατρο είναι σχετικά μικρό και πολύ ζεστό, ημικυκλικό με μεγάλη κλίση ώστε ακόμα και οι θεατές στα «ορεινά» να έχουν καλή οπτική και ακουστική επαφή με τη σκηνή. Οι κύριοι συντελεστές των παραστάσεων είναι σταθεροί : Αντύπας (σκηνοθεσία), Καραϊνδρου (μουσική), ακόμα και οι ηθοποιοί (Καταλοιφός και Οικονομίδου εμφανίζονται σχεδόν κάθε χρονιά στα έργα που παίζονται). Πολύ καλής ποιότητας είναι και τα προγράμματα των έργων, που συνήθως περιλαμβάνουν και όλοκληρο το κείμενο του έργου, ενώ τις περισσότερες φορές το θέατρο είναι συμβεβλημένο και με την Εργατική Εστία – δεν είμαι σίγουρος για φέτος. Μια και το φερε ο λόγος, η διανομή των θεατρικών εισιτηρίων έχει ξεκινήσει για το χειμώνα. Περισσότερες πληροφορίες στην ιστοσελίδα της Εργατικής Εστίας
http://www.oee.gr
Ο τρόπος που γράφεις για το θέατρο με κάνει να νομίζω ότι δεν διαβάζω τη γνώμη ενός απλού θεατή αλλά ενός ειδικού. Μήπως να έκανες στροφή στην καριέρα σου; Παράτα ό,τι κάνεις και γίνε κριτικός θεάτρου.
Πολύ όμορφη παρουσίαση.
(Είδα την «Βιρτζίνια Γουλφ» με Καρέζη – Καζάκο, αλλά ήμουν τόσο μικρή που δεν ήταν δυνατό να αξιολογήσω τι είδα. Η μαμά, μανιώδης θεατρόφιλη, δεν δεχόταν όχι άρνηση αλλά ούτε συζήτηση, οπότε πήγαινα μαζί ήθελα δεν ήθελα. Όταν θυμάμαι τα τότε συμπεράσματά μου από την παράσταση γελάω πολύ.)
σκορπιες σκεψεις διαβαζοντας το εξαιρετικο ποστ σου.
– η θεατρικη παρασταση τελειωνει με την αυλαια, αλλα η πραγματικη ζωη συνεχιζεται. Το «who’s afraid» το ειδα εδω με την Turner, εμεινα στο τελος με μια περιεργη αισθηση αισιοδοξιας, η μαλλον θαυμασμου για τη νοσηρη ισως resilience του κεντρικου ζευγους. επιζωντες.
– τελικα, κιβδηλο το οποιο ονειρο οτι μια εξωθεν – οποια!-πολιτικη πραγματικοτητα μπορει να εξασφαλισει την προσωπικη ευτυχια. (το θεμα ειναι βεβαια να σου εξασφαλισει ελευθερια, αξιοπρεπεια, μορφωση, και προσωπικα προτιμω τεχνοκρατικες σοσιαλιστικες δημοκρατιες με πολυ υψηλους φορους και επενδυση στις δημοσιες δομες). το δραμα το ανθρωπινο βιωνεται αναποφευκτα σε ολα τα πολιτικα καθεστωτα.
– αυτο που πραγματικα βρισκω αισιοδοξο στην εποχη μας που εχει θεοποιησει την πλαστικη εικονα ( α λα «γαμος μενεγακη») ειναι οτι στον αντιποδα, υπαρχει μια μεγαλυτερη ειλικρινεια στην εξιστορηση των προσωπικων μας ιστοριων, υπαρχουν οι μηχανισμοι που τελικα θα φανερωσουν την πραγματικοτητα πισω απο την κατασκευασμενη προσοψη. ισως το θεατρο ειναι ενας απο αυτους τους μηχανισμους. μ’αρεσουνε (σε ποιον δεν?) τα παραμυθια, αλλα πιστευω ακραδαντα οτι μονο η αληθεια μπορει να μας εξημερωσει και να μας λυτρωσει.
Ασυνέχεια.
Πιθανόν κρύβουν αλληγορίες αμφότερα τα έργα. Στο έργο με τους Αρμένιους μετανάστες επειδή είναι ιστορικό είναι ακόμη καλύτερα κρυμένη η αλληγορία αλλά έχει μία παρηγοριά.
tsalapeteinos
Συντροφε και συγκλάδιε,
αφού θεατρινιζεσαι λοιπόν, ετοιμάσου την επόμενη φορά για κοινή θεατρικη εξόρμηση κατόπιν της οποίας θα υποστεις διωρη κριτική αναλυση από τον υποφαινόμενο, ωστε να μην επιβαρρυνονται και οι θαμώνες τούτων των κλαδιών από την ανάγκη μου να τα πω να ηρεμήσω. Σε δεσμευω από τωρα είτε για το «Μαρά/Σαντ» του Πητερ Βάις [με σαφές ιδεολογικό υπόβαθρο, οριοθετημένο ιστορικό πλαίσιο και ευληπτες αναγωγές] είτε για τον «Τίτο Ανδρόνικο» του Σέξπηρ.
υ.γ. περιττό να σου πω πως την παρουσιάση των παραστάσεων από αυτά τα κλαδιά θα την κανεις εσύ! Νισαφι πια! Εδω θα κυρήξω πολιτισμική επανάσταση!
Riski
Με ό,τι κι αν καταπιάνομαι τούτο τον καιρό, εάν το παρατήσω σίγουρα δε θα χάσει η Βενετιά βελόνι!!! Από την άλλη, τι μου έφταιξε ο χώρος των γραμμάτων και των τεχνών;
Η αλήθεια βέβαια είναι πως από μικρό παιδί ήθελα να γίνω Γεωργουσόπουλος στη θέση του Γεωργουσόπουλου, αλλά δεν ξέρω μηπως πρέπει να παχύνω κιόλας…
Θα προτιμήσω λοιπόν να παραμείνω στα μικρά κυβικά του βλογ! 😉
Την ίδια παράσταση που είδες μικρη έτυχε και την είδε φίλη μου που είδε τώρα το έργο και σε σκηνοθεσία Αντύπα. Ειναι πολύ σημαντκή ευκαιρία να μπορείς να συγκρίνεις διαφορετικες σκηνοθετικές προσεγγίσεις ή υποκριτικές απόψεις.
Σε ζήλεψα μικρή θεατρόφιλη…
υ.γ. αν μπορείς μη την χάσεις αυτήν την παράσταση.
DonnaBella
Η αισθηση αισιοδοξίας για την οποία κάνεις λόγο στην παράσταση με την Turner ίσως οφείλεται στο αμφίσημο τέλος του έργου. Το ζευγάρι στο «Ποιος Φοβαται τη Βιρτζίνια Γουλφ» δεν εχει πια ζωτικά ψευδη. Ϊσως επιτέλους είναι ευκαιρία να δει κατάματα την αλήθεια και να διορθώσει. Ποτέ δεν ειναι αργά. Αν το φανταστικό παιδί είναι η συμβαση που απορροφα τους κραδασμούς δυο ανθρώπων που αποξενώθηκαν [κι έχουν χάσει τον τρόπο να αγαπουν], τότε με την καταστροφή της σύμβασης είτε συνειδητοποιείς, είτε ψάχνεις γι άλλη, νέα συμβαση, είτε γκρεμίζεσαι. Ο Μίλλερ δεν δίνει κατέυθυνση προς αυτό, το αφήνει ανοιχτό. Αρα πάντα υπάρχει ελπίδα.
Σε ότι αφορά την αλήθεια, που επίσης θιγεις, το έργο αυτό δείχνει ξεκάθαρα, όσο και σκληρά, πόσο δύσκολο πράγμα είναι η αρθρωση της…
GB
Δεν μπορώ να συμφωνήσω. Κι επιπροσθέτως δεν εξηγείς γιατι υπάρχει ασυνέχεια.
Επίσης δεν θα συμφωνήσω σχετικά με την αλληγορία. Τα δυο έργα δεν κρύβουν κανένα νόημα, ώστε να χρειάζεται μια ειδική εκφραστική τεχνική, ενας μεταφορικός τρόπος να ειπωθούν τα πραγματα. Αυτο το πράγμα υπηρετει ο αλληγορικός λόγος. Αντίθετα, τα εν λόγω εργα περιγράφουν σχεσεις στην προπολεμική και στην μεταπολεμική Αμερική, επικεντρωμένες στο θέμα οικογένεια και προσωπική επιτυχία ή ευτυχια.
Η Αμερική είναι ο τόπος ως τομή τόπων απτό παρελθόν και χρόνου που τους όρισε ως ανθρώπους της διασποράς και της μετανάστευσης. Εκεί στον τόπο και στον χρόνο τού ΠριΝ εκεί γράφεται το Μέλλον τους όπου κι’ αν βρίσκονται στο Τώρα.
Αρα ασυνέχεια υπάρχει γιατί βλέπουν το παρελθόν ανεστραμένο, δια μέσου τού ζωτικού ψεύδους τόσο αναγκαίου μα και τόσο παγίδα, σαν δόλωμα.
GB
H Αμερική είναι ένα μεγάλο χωνευτήρι, ενώ ταυτόχρονα υπάρχουν νησίδες παγωμένες στο χρόνο. Παραμένει δε στην ουσία ενα σύνολο τόπων και χρόνων, ένα σύνολο κοινωνιών, σε κάθε περίπτωση ένας χώρος με μεγάλες ανισότητες.
Θεωρώ πως η ασυνέχεια όπως την ερμηνεύεις ειναι μια ενδιαφέρουσα εκδοχή. Υπάρχει αυτή η τομή. Ζωτική, θα έλεγε κανείς, όχι όμως τόσο απολυτη πάντα.
Καλό βράδυ.